Κι ένα τέταρτο καλοκαιριού αρκεί

Το καλοκαίρι μου δεν υπάρχει πια.

Δεν άλλαξε, δεν εξελίχθηκε, έφυγε. Δεν το αναγνωρίζω πλέον ως δικό μου. Γιατί δεν φέρνει πια τις συγκινήσεις που μου έφερνε. Δεν γεμίζει την ψυχή μου με αναμνήσεις που με συντροφεύουν τον χειμώνα.

Δεν είναι αυθεντικό αυτό το καλοκαίρι. Εφήμερες οι χαρές του, ψεύτικες οι εικόνες του. Γεμάτο στημένες πόζες, δήθεν χαμόγελα, likes και reels για το θεαθήναι.

Ξένοι τουρίστες που στοιβάζονται σαν σαρδέλες σε λιμάνια με την προσμονή να ζήσουν το μεγάλο όνειρο. Αυτό που τους έχουμε πουλήσει. “Greek Summer is a state of mind”. Έτσι δεν λέμε;

Ντόπιοι που κάνουν οικονομίες όλο τον χειμώνα για να αποδείξουν ότι μπορούν ακόμα να πηγαίνουν μια εβδομάδα διακοπές. Για να μην αισθάνονται ένοχοι αν δεν έχουν να δείξουν φωτογραφίες από μια παραλία. Έτσι δεν σκεφτόμαστε;

Ξενοδόχοι που ζητούν ένα νεφρό για να σου νοικιάσουν ένα δωμάτιο. Επιχειρηματίες που νομίζουν ότι οι ξαπλώστρες τους είναι φτιαγμένες από χρυσάφι. Αλλά εμείς τους πληρώνουμε γιατί έτσι κάνουν όλοι ή βάζουμε μια πετσέτα κάτω –αν μας επιτρέπεται– και λέμε πως αντιστεκόμαστε σε αυτή τη σύγχρονη μάστιγα. Η μόνη αντίσταση που κάνουμε, που δεν είναι αντίσταση, αλλά και τι να πούμε;

Και είναι κι αυτό το staycation, που προσπαθούν να το περάσουν ως μόδα και ως άποψη. Η απόλυτη κοροϊδία. Το να προσποιείσαι ότι κάνεις διακοπές στο σπίτι είναι σαν να τρως fast food και να λες ότι μαγείρεψες.

Αυτό δεν είναι καλοκαίρι, αυτό είναι μια υποχρέωση που πρέπει να βγει. Όπως είναι η πληρωμή ενός λογαριασμού ή το service του αυτοκινήτου. Μια υποχρέωση που πρέπει να κάνουμε για να πείσουμε τους εαυτούς μας ότι ξεκουραστήκαμε, ότι γεμίσαμε τις μπαταρίες μας, ότι μπορούμε να περιμένουμε άλλον έναν χρόνο για να ξεκουραστούμε. Ότι αντέχουμε. Αλλά όντως αντέχουμε; Και για πόσο ακόμα;

Το καλοκαίρι δεν μπορούσες να το απαθανατίσεις, να το κλείσεις σε μια φωτογραφία. Ήταν ελεύθερο και απρόβλεπτο. Ανέμελο και ξέγνοιαστο. Ήταν η αίσθηση ότι όλα θα πήγαιναν καλά – κι ας μην πήγαιναν. Ήταν μια πόρτα που δεν είχε κλειδί – κι όμως την ανοίγαμε. Ένα παράθυρο από το οποίο δεν είχαμε όλοι την ίδια θέα – κι όμως ήμασταν ικανοποιημένοι με αυτό που βλέπαμε.

Το καλοκαίρι ήταν η αγαπημένη εποχή του χρόνου.

«Κι ένα τέταρτο μητέρας αρκεί για δέκα ζωές, και πάλι θα περισσέψει», γράφει ο Οδυσσέας Ελύτης για τη μητέρα.

Το ίδιο ισχύει και με το καλοκαίρι. Κι ένα τέταρτο καλοκαιριού αρκεί για δέκα ζωές.

Όμως, ούτε αυτό το τέταρτο δεν έχουμε πια. Κι ας μην το παραδεχόμαστε.

Πηγή: Efsyn.gr