Η τραγωδία με τους πρόσφυγες στην Πύλο μέσα από τις “Κομμένες γλώσσες”

“Σηκώθηκα από το κρεβάτι και κοίταξα προς τη θάλασσα. Σε λίγο θα έφταναν νέοι πρόσφυγες. Δεν γνώριζα ακριβώς πόσοι, αλλά πίστευα πως θα ήταν πολλοί.

[…]

Με το που έφτασα στην προβλήτα, κοίταξα το βυθό. Ήταν περισσότερο σκοτεινός απ’ όσο συνήθως. Στον ουρανό το φεγγάρι έβγαζε αμυδρό φως, φωτίζοντας ελαφριά την επιφάνεια της θάλασσας.

Βούτηξα, ξεκινώντας από τους ζωντανούς. Όσοι γλιστρούσαν στον πάτο, δεν είχαν καμία ελπίδα.

[…]

Από κάποιο σπίτι ακουγόταν απαλή μουσική: «… Κάτω απ’ τον ήλιο αναγαλιάζαν οι ελιές / και φύτρωναν μικροί σταυροί στα περιβόλια…»

Είχα ξεκινήσει να ανασύρω τα πτώματα, όταν είδα τη Χαλίτ ανάμεσά τους. Διατηρώντας την ψυχραιμία μου, τη σήκωσα και την άφησα μαζί με τα υπόλοιπα στο σωρό.

Κανένας δεν την αναζήτησε. Την έβαλα πάνω στην καρότσα και την έθαψα στο νεκροταφείο. Πριν επιστρέψω σπίτι, σημείωσα το όνομά της στην ξύλινη επιγραφή. Στα επίσημα αρχεία καταγράφηκε ως πνιγμένη, μία ακόμη από τους πολλούς”.

“Ο ξένος”

Από τη συλλογή διηγημάτων “Κομμένες γλώσσες”, Εκδόσεις ΚΨΜ