Στο νέο του βιβλίο, που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις ΚΨΜ και έχει τίτλο Κομμένες γλώσσες, ο Παναγιώτης Κολέλης υπογράφει μια συλλογή εννέα διηγημάτων, εννέα ιστοριών που εστιάζουν στην ανάδειξη της παθογένειας της κοινωνίας σε μια Ελλάδα που μαστίζεται από την κρίση. Ρεαλισμός που φτάνει στα όρια μιας συγκλονιστικής ωμότητας, προβληματισμός για την πραγματικότητα και τον τρόπο που έχει αναπροσαρμοστεί και ανάδειξη της ανθρωπιάς μέσα από την απόλυτη συντριβή της είναι μερικά από τα χαρακτηριστικά των ιστοριών αυτών που συνθέτουν ένα αφηγηματικό σύνολο άκρως εντυπωσιακό που χαράζεται στη μνήμη του αναγνώστη.
Το αφηγηματικό πλαίσιο στο οποίο ο συγγραφέας εντάσσει τους ήρωες των ιστοριών αυτών είναι ένα πλαίσιο ζοφερό, μια δυστοπία που καταδεικνύει με σουρεαλιστικό τρόπο την κοινωνική αποσάρθρωση που υπάρχει για να αποδείξει έτσι πως η πραγματικότητα συχνά ξεπερνά κάθε φαντασία. Οι ήρωες του Παναγιώτη Κολέλη είναι στο σύνολό τους απλοί, καθημερινοί άνθρωποι αλλά σχεδόν όλοι τους είναι αντιήρωες. Αντιήρωες που έχουν επιλέξει την αυτοκαταστροφή. Παίρνουν στα χέρια τους ή τουλάχιστον προσπαθούν να το κάνουν, τη μοίρα τους και συνεχίζουν σε μια δυσοίωνη πορεία. Φτάνουν σε αδιέξοδα και κατακρημνίζονται. Άλλοτε γίνονται αυτόκλητοι υπερασπιστές μιας διασαλευμένης τάξης, άλλοτε σχεδιάζουν δράσεις εκ προοιμίου καταδικασμένες. Φαντάροι που δεν κάνουν τη θητεία τους καθώς η ματαιότητα της ιδέας της πατρίδας αποκαλύπτει ότι δεν αξίζει αυτή η πατρίδα τους φαντάρους και την προσφορά της θητείας τους. Μετανάστες που παλεύουν να ανακτήσουν τη χαμένη ισορροπία στη ζωή τους και να επιβιώσουν σε έναν κόσμο που δυσκολεύεται να τους αποδεχτεί και αντ’ αυτού τους συνθλίβει. Οικογένειες με διαρρηγμένες αναπόδραστα σχέσεις και αξίες χαμένες, ζευγάρια που κόβουν τη γλώσσα τους για να μην αποκαλυφθούν ποτέ μυστικά και ψέματα, αντανακλάσεις νεκρών σε βιτρίνες καταστημάτων, η απρόσμενη σωτηρία από μια κεραία κινητής τηλεφωνίας, διαδηλωτές και ΜΚΟ, ερωτευμένοι που βλέπουν την καταστροφή να πλησιάζει, όλοι μαζί συγκροτούν ένα δυστοπικό σύμπαν, ένα σύμπαν απαλλαγμένο από το έρμα της ηθικής, έναν κόσμο που δολοφονεί τη διαφορετικότητα και ανθρώπους όπως τον Ζακ ή δέχεται να αποκρύψει τον θάνατο ενός συνταξιούχου για να συνεχίσουν να εισπράττουν τα χρήματα της σύνταξής του οι συγγενείς του.
Και στις εννέα ιστορίες αυτό που αναφαίνεται είναι η βαριά αποσάρθρωση της κοινωνίας, που ακροβατεί στο ορφικό μεταίχμιο του τέλους, βρισκόμενη ήδη στο τέλμα ενός αναπότρεπτου σπαραγμού.
Ο Κολέλης γίνεται παρατηρητής των γεγονότων αυτών. Αφουγκράζεται την ηχηρή σιωπή που συγκαλύπτει τα πάντα. Στέκεται απέναντι σε περιστατικά τα οποία τον συγκλονίζουν και κοιτάζει κατάματα τους ανθρώπους προσπαθώντας να ανιχνεύσει στο βλέμμα τους την ξεχασμένη ανθρωπιά. Αγωνιά για την τύχη τους και για την τύχη του μέλλοντος που θα φέρουν και γι’ αυτό αποφασίζει να καταδείξει στους αναγνώστες του την αλήθεια που κρύβεται πίσω από μια καλογυαλισμένη κοινωνική βιτρίνα. Σαν φωτογράφος στρέφει τον αφηγηματικό του φακό προς τα γεγονότα και τα φέρνει κοντά, τα φωτίζει κατάλληλα και εμφανίζει εκείνη την πλευρά τους που παραμένει σκοτεινή αλλά υποφώσκει διαμορφώνοντας την υπόγεια παρακμή που διαπερνάει την κοινωνία, τα πρόσωπα, τα βλέμματα των ανθρώπων.
Με λόγο λιτό και απλό, που δεν φείδεται ωμότητας όταν και όπου χρειάζεται και με περιγραφές που δονούν τον αναγνώστη καθώς αιχμηρά καρφώνονται στην ψυχή του κατά την αναγνωστική διαδικασία, ο Κολέλης έχει καταφέρει να αποδώσει με άρτιο τρόπο όλη εκείνη τη ζοφερή ατμόσφαιρα που δημιουργείται από την κατάλυση κάθε αξιακού συστήματος σε μια κοινωνία. Δημιουργώντας τον έλεο και τον φόβο προσπαθεί να κρούσει τον κώδωνα της εσωτερικής αυτοκριτικής και να οδηγήσει τους αναγνώστες του στην ανεύρεση των αιτιών και των αιτιατών της απόγνωσης, της ολίσθησης, της καταβύθισης σε ένα δυστοπικό μέλλον, όσο ακόμα δεν είναι αργά.
Ένα αξιανάγνωστο βιβλίο για την εκμετάλλευση, την έλλειψη αξιών και εν τέλει τη συντριβή, όταν ο άνθρωπος αποφασίζει να μη μιλήσει, να μη διεκδικήσει αλλά να αφεθεί στην απελπισία των αδιεξόδων του.
Ο πρόλογος του βιβλίου υπογράφεται από τη Σεμίνα Διγενή και το Επίμετρο από την Έρη Ρίτσου.
Πηγή: Literature.gr