Η Έρη Ρίτσου για τις «Κομμένες γλώσσες»

Τελειώνοντας το διάβασμα, έμεινα με μια πικρή γεύση στον ουρανίσκο. Όσο κι αν οι καταστάσεις που περιγράφονται σε αυτές τις ιστορίες μοιάζουν σουρεαλιστικές, ο σουρεαλισμός τους δεν απέχει πολύ από τη σκληρή καθημερινότητα που έχει σιγά σιγά διαμορφωθεί – και όχι μόνο στον τόπο μας.

Ένας κόσμος σκοτεινός, άγριος, περιγράφεται με λόγο σχεδόν δημοσιογραφικό. Οι ήρωες, χαμένοι μέσα στο σκότος, είναι θύτες ή θύματα ‒κυρίως θύματα‒ μιας ανθρωποφάγας κοινωνίας, όπου πολλές φορές απέναντι στην αδιέξοδη ζωή ο θάνατος φαντάζει ως η μόνη διέξοδος.

Πάντως, είναι περίεργο. Όταν έρχεται κανείς αντιμέτωπος με όλο αυτό το σκοτάδι, μπορεί και να πεισμώσει και να πει: «Όχι, διάολε, δεν θα τ’ αφήσω έτσι. Θα βρω φως και θα το φωτίσω». Γιατί η ζωή είναι επιλογή, κι αυτή η επιλογή, για να λειτουργήσει, χρειάζεται αγώνα και αντίδραση απέναντι στη μαυρίλα.

Οι Κομμένες γλώσσες δεν είναι λύση για όσους αγαπούν τη ζωή και τον άνθρωπο, και η περιγραφή της ζοφερής πραγματικότητας το κάνει ολοφάνερο.

*Το παραπάνω κείμενο αποτελεί το Επίμετρο του βιβλίου.

**Δείτε σχετική δημοσίευση στο Facebook από την Έρη Ρίτσου εδώ.