Claudio Magris: «Στιγμιότυπα»

Με πρώτη ύλη τις περιπλανήσεις του στην πόλη του, την Τεργέστη, ο συγγραφέας ανατέμνει σε 48 σύντομες ιστορίες, συναισθήματα, προκαταλήψεις, αναμνήσεις, ευτράπελα, ανορθολογισμούς, μεγαλεπήβολες πράξεις, συμπεριφορές και παρανοήσεις που εκτείνονται από το 1999 ως το 2016.

Ο Κλάουντιο Μάγκρις αποτελεί έναν οξυδερκή παρατηρητή, που υπεισέρχεται σε δυσπρόσιτες όψεις της κοινωνικής πραγματικότητας, δύσκολα ορατές και αναγνωρίσιμες για τον περισσότερο κόσμο. Αντλεί έμπνευση από μικρά, καθημερινά γεγονότα και τα μεταπλάθει σε εξαιρετική λογοτεχνία, σε ιστορίες που ξεκουράζουν το μυαλό, συγκινούν, ανοίγουν νέους ορίζοντες και ταυτόχρονα σαρκάζουν τα κακώς κείμενα.

Στο βιβλίο του Στιγμιότυπα, που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Καστανιώτη στην πολύ καλή μετάφραση της Μαρίας Σπυριδοπούλου, χρησιμοποιεί τα βιώματά του για να δημιουργήσει ένα ψηφιδωτό από αντικατοπτρισμούς της πραγματικότητας. Με πρώτη ύλη τις περιπλανήσεις του στην πόλη του, την Τεργέστη, ο συγγραφέας ανατέμνει σε 48 σύντομες ιστορίες, συναισθήματα, προκαταλήψεις, αναμνήσεις, ευτράπελα, ανορθολογισμούς, μεγαλεπήβολες πράξεις, συμπεριφορές και παρανοήσεις που εκτείνονται από το 1999 ως το 2016. Κάποιες απ’ αυτές ακροβατούν έντονα ανάμεσα στο δοκίμιο και τη λογοτεχνία, χωρίς όμως να αποτελούν ξένο σώμα στο βιβλίο, αλλά αντίθετα, του προσθέτουν σημαντική αξία λόγω της δεξιοτεχνικής σύγκλισης που πραγματοποιεί ο Μάγκρις.

Η οπτική του είναι εξαιρετικά ενδιαφέρουσα, ακόμα κι αν δεν συμφωνείς πάντοτε μαζί του, ενώ οι συνειρμοί και οι συνάψεις ανάμεσα στο παρελθόν και το μέλλον διακατέχονται από πρωτοτυπία, ευρηματικότητα και διαύγεια. Η γλώσσα που χρησιμοποιεί διευκολύνει τη ροή, ενώ δεν διστάζει να αξιοποιήσει διαφορετικά εκφραστικά μέσα για να πετύχει το επιθυμητό αποτέλεσμα. Οι εικόνες, οι μεταφορές και οι παραλληλισμοί εμπεριέχονται ανάμεσα στα βασικά εργαλεία που αξιοποιεί για να δημιουργήσει ένα σφιχτοδεμένο περιβάλλον με χιούμορ και φιλοσοφικό στοχασμό. Μολονότι καταδεικνύει μόνο τα κυριότερα χαρακτηριστικά σε κάθε ιστορία, τα αφηγήματά του αποτελούν χαρακτηριστικά παραδείγματα συμπύκνωσης και συνεκτικότητας. Ακόμα και το ψυχογράφημα των χαρακτήρων ή η περιγραφή του λογοτεχνικού σκηνικού και της ατμόσφαιρας παρουσιάζονται συμπαγή, χωρίς αδυναμίες.

Ο τρόπος γραφής του είναι συγκροτημένος, ώριμος και καλά δουλεμένος, με ύφος που διαφέρει από ιστορία σε ιστορία. Άλλοτε είναι απλό και περιγραφικό κι άλλοτε περισσότερο παραστατικό και γλαφυρό. Ο Μάγκρις χρησιμοποιεί αυτό το τέχνασμα για να τοποθετήσει στα διηγήματά του διακειμενικά στοιχεία, που τον βοηθούν να προσεγγίσει διαφορετικές κατευθύνσεις και μηνύματα. Στόχος του είναι να αποδείξει πως η αλληλεξάρτηση είναι μία έννοια που υφίσταται σε πολλά κομμάτια της ζωής – από τον έρωτα και τις διαπροσωπικές σχέσεις, μέχρι την ιστορία και τη λογοτεχνία.

Ο συγγραφέας καταφέρνει να αποφύγει την επιτήδευση, αναδεικνύοντας με επιτυχία την ανθρώπινη ποικιλομορφία. Δεν ψάχνει να καταπραΰνει τα δικά του ανεκπλήρωτα όνειρα ή επιδιώξεις, ούτε να εκβιάσει τα συναισθήματα και τη σκέψη μας, αλλά αντίθετα, μας μετατρέπει σε συνταξιδιώτες του, μετουσιώνοντας ουσιαστικά τις εμπειρίες του σε δικά μας ερεθίσματα.

Ο Μάγκρις μοιάζει σίγουρος πως ο μόνος τρόπος για να καταφέρουμε να βγάλουμε ασφαλή συμπεράσματα για τον κόσμο μας είναι διευρύνοντας το οπτικό μας πεδίο με νέες προσλαμβάνουσες. Κι αυτό κάνει. Με καθαρή σκέψη και ευθύβολο λόγο ανοίγει τη βεντάλια των επιλογών μας, καλώντας μας να μη διστάσουμε να αναμετρηθούμε με τον πιο δύσκολο και απρόβλεπτο αντίπαλο, τον ίδιο μας τον εαυτό.

Πηγή: Diastixo.gr